Γιατί οι «Magnificent 7» ξεπέρασαν το ΑΕΠ της ΕΕ

Alphabet , Amazon, Apple, Meta, Microsoft, Nvidia και Tesla, έχουν από κοινού κεφαλαιοποίηση 18,3 τρισεκατομμυρίων ευρώ

Επτά αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας αξίζουν περισσότερο από το σύνολο των 7.500 εταιρειών στην Ευρώπη!

Μια ανάλυση της γερμανικής Handelsblatt για τις 100 εταιρείες με τη μεγαλύτερη αξία στον κόσμο δείχνει άλλωστε επακριβώς την εικόνα: Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιπροσωπεύουν το 76% της κεφαλαιοποίησης των 100 κορυφαίων εταιρειών. Οι ΗΠΑ φιλοξενούν 61 από τις 100 πιο πολύτιμες εταιρείες στον κόσμο.

«Η κυριαρχία της μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο έχει αυξηθεί. Τέτοια κυριαρχία παρατηρήθηκε τελευταία φορά πριν από περισσότερο από μισό αιώνα, όταν οι εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες στην Ευρώπη και την Ασία ήταν πολύ λιγότερο σημαντικές από ό,τι σήμερα», γράφει η γερμανική εφημερίδα.

Το γεγονός αυτό πηγάζει από την άνευ προηγουμένου ισχύ των αμερικανικών κολοσσών της τεχνολογίας, των Magnificent 7: Alphabet, Amazon, Apple, Meta, Microsoft, Nvidia και Tesla, έχουν από κοινού κεφαλαιοποίηση 18,3 τρισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό αντιστοιχεί στο 40% της συνολικής κεφαλαιοποίησης αγοράς των 100 κορυφαίων εταιρειών στον κόσμο.

Πριν από πέντε χρόνια, το μερίδιο ήταν 27% και πριν από δέκα χρόνια ήταν 14%. Για σύγκριση: Όλες οι περίπου 7.500 μεγάλες εταιρείες της Ευρώπης μαζί, με κεφαλαιοποίηση 18,1 τρισεκατομμυρίων ευρώ, δεν αξίζουν όσο οι επτά μεγαλύτερες εταιρείες της Αμερικής. Αλλά οι συγκρίσεις δεν σταματούν εδώ: Οι Επτά αμερικανικοί τεχνολογικοί γίγαντες ξεπερνούν το ΑΕΠ ολόκληρης της ΕΕ.

Φόβοι για «φούσκα»

Αυτό το εμβληματικό ορόσημο τροφοδοτεί  βέβαια τη συζήτηση για μια νέα «φούσκα της τεχνολογίας». Ενώ οι αποτιμήσεις είναι τεράστιες, «οι συγκρίσεις με την εποχή της φούσκας των dot-com υποδηλώνουν ότι αυτό θα μπορούσε να είναι μια διαρθρωτική μετατόπιση», λένε στη Ναυτεμπορική, παράγοντες της αγοράς. «Το ασταμάτητο ράλι των τεχνολογικών μετοχών είναι μια μεταμορφωτική στιγμή για τον παγκόσμιο καπιταλισμό ή μήπως θα δούμε τη νέα χρονιά τα πρώτα σημάδια μιας λεγόμενης νέας «φούσκας τεχνολογίας;», διερωτώνται.

Εξηγούν μάλιστα ότι «μια φούσκα τεχνολογίας μπορεί να οριστεί όχι μόνο από τις υψηλές αποτιμήσεις αλλά και από μια εκτεταμένη αναντιστοιχία μεταξύ των τιμών της αγοράς και της υποκείμενης οικονομικής πραγματικότητας ή των θεμελιωδών μεγεθών των εταιρειών».

«Κοινωνική μετάδοση»

Ο διάσημος Αμερικανός οικονομολόγος Ρόμπερτ Σίλερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Γέιλ περιγράφει τέτοιες «φούσκες» ως περιόδους «κοινωνικής μετάδοσης», στις οποίες οι ιστορίες γρήγορου πλουτισμού τροφοδοτούν τον μαζικό ενθουσιασμό, προσελκύουν περισσότερους επενδυτές και οδηγούν τις τιμές ακόμη υψηλότερα, ανεξάρτητα από τα θεμελιώδη μεγέθη. Κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης, ο φόβος μήπως χαθεί η ευκαιρία υπερτερεί της αξιολόγησης κινδύνου.

Όπως είχε προειδοποιήσει ο διάσημος οικονομολόγος Χάιμαν Μίνσκι κατά τη διάρκεια της ευφορίας, η κερδοσκοπία γίνεται η κυρίαρχη δύναμη στις αγορές. «Καθώς οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων αυξάνονται, δικαιολογούνται όλο και περισσότερο από αφηγήσεις παρά από δεδομένα. Τελικά, μια αφορμή – είτε μακροοικονομική είτε ψυχολογική – διαλύει την ψευδαίσθηση, οδηγώντας σε μια απότομη διόρθωση»

«Διαρθρωτικός ανταγωνισμός εξοπλισμών»

Ο Τζόρντι Βίσερ, Διευθύνων Σύμβουλος και Επικεφαλής Μακροοικονομικής Έρευνας στην 22V Research, υποστηρίζει πάντως ότι η ταυτοποίηση του σημερινού ράλι της τεχνολογίας ως φούσκας, δεν έχει νόημα. «Για να διαχωρίσουμε την Τεχνητή Νοημοσύνη από την λεγόμενη «φούσκα», πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι δεν πρόκειται για κερδοσκοπική μανία, αλλά για έναν διαρθρωτικό ανταγωνισμό εξοπλισμών», λέει ο Αμερικανός οικονομολόγος με 30 χρόνια ειδίκευσης στη Γουόλ Στριτ.

Επισημαίνει ότι οι τεράστιες επενδύσεις από κυβερνήσεις και εταιρείες στην Τεχνητή Νοημοσύνη είναι ζήτημα εθνικής και οικονομικής ασφάλειας. Ο Βίσερ πιστεύει ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη επιταχύνει μια διαδικασία δεκαετιών οικονομικής συγκέντρωσης. Πρόκειται για μια διαδικασία στην οποία ο πλούτος και η καινοτομία συγκεντρώνονται ολοένα και περισσότερο σε όλο και λιγότερα χέρια, είτε πρόκειται για εταιρείες, νοικοκυριά είτε για έθνη».

Η αύξηση του ΑΕΠ των ΗΠΑ

Την ίδια ώρα, το ΑΕΠ των Ηνωμένων Πολιτειών αυξήθηκε κατά 4,3% το τρίτο τρίμηνο, ξεπερνώντας τις προβλέψεις που έκαναν λόγο για αύξηση 3,2%. Πρόκειται για τον υψηλότερο ρυθμό των τελευταίων δύο ετών, ξεπερνώντας έτσι την ανάπτυξη 3,8% του δεύτερου τριμήνου.

Η ανάπτυξη φαίνεται να έχει προέλθει κυρίως από την κατανάλωση και τις δημόσιες δαπάνες, ιδίως τις αμυντικές, ενώ και οι επενδύσεις στην τεχνολογία έχουν συμβάλει σημαντικά στο ΑΕΠ κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους.

Η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε ταχύτερα από το αναμενόμενο, σημειώνοντας άνοδο 2,5% από την αρχή του έτους, με τη δυναμικότητα των εργοστασίων να βρίσκεται στο 76%, εξακολουθώντας βέβαια, να είναι κάτω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο.

Θεωρητικά, ένα τόσο ευνοϊκό οικονομικό κλίμα θα πρέπει να περιορίσει οποιαδήποτε μείωση των επιτοκίων από την Fed, με τους αναλυτές να κάνουν λόγο για μία μόνο μείωση τη νέα χρονιά. Ωστόσο, υπάρχει η πίεση που ασκεί στη Fed ο Λευκός Οίκος, που θα καλωσόριζε μια  σημαντική μείωση των επιτοκίων, επίσης λόγω των υποτιμητικών επιπτώσεών της στο δολάριο και, ως εκ τούτου, θετικών για τις αμερικανικές εξαγωγές.

Πηγή: naftemporiki.gr

Διαβάστε επίσης: Οριακές μεταβολές στις ευρωαγορές – Υποχωρούν οι αμυντικές μετοχές στον απόηχο των ειρηνευτικών συνομιλιών

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ