Ως "πρόκληση" περιέγραψε τους νέους δασμούς για τα ευρωπαϊκά προϊόντα που εξάγονται στις ΗΠΑ η υπουργός Οικονομίας Κατερίνα Ράιχε, υποστήριξε ωστόσο ότι "το θετικό είναι ότι παρέχουν ασφάλεια". "Να αναγνωρίζουμε την πραγματικότητα", ζήτησε ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος, ενώ για "πλήγμα" στην οικονομία κάνουν λόγο οι Γερμανοί βιομήχανοι.
Ήταν σημαντικό να υπάρξει συμφωνία στην εμπορική διαμάχη ΕΕ - ΗΠΑ, δήλωσε η κυρία Ράιχε κατά τη διάρκεια επίσκεψής της νωρίτερα σήμερα στο Χημικό Πάρκο Λεούνα. "Οι νέοι αμερικανικοί δασμοί του 15% συνιστούν πρόκληση, αλλά το θετικό είναι ότι παρέχουν ασφάλεια. Τώρα είναι σημαντικό να υπάρξει σαφήνεια σχετικά με την εφαρμογή τους. Η συμφωνία πρέπει να ισχύσει", δήλωσε η υπουργός. Ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος Σεμπάστιαν Χίλε επισήμανε από την πλευρά του ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση εξακολουθεί να πιστεύει ότι απαιτούνται σε κάποια σημεία διευκρινίσεις και αναμένει περαιτέρω διαπραγματεύσεις. "Το θέμα τώρα είναι η διαπραγμάτευση για τις λεπτομέρειες της συμφωνίας και σε αυτό είναι στραμμένη η προσοχή μας", δήλωσε ο κ. Χίλε, ο οποίος δέχθηκε σήμερα καταιγισμό ερωτήσεων σχετικά με τη συμφωνία και το εάν εξυπηρετεί πραγματικά τα ευρωπαϊκά και τα γερμανικά συμφέροντα. "Δεν είναι ασφαλώς μυστικό για παράδειγμα ότι, στον τομέα του χάλυβα και του αλουμινίου, όπου ο δασμολογικός συντελεστής παραμένει επί του παρόντος στο 50%, βλέπουμε την ανάγκη να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις", δήλωσε και επισήμανε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προχωρήσει στη λεπτομερή σύνταξη της συμφωνίας με την υποστήριξη και της γερμανικής κυβέρνησης.
Απαντώντας στην κριτική που ασκούν οι επιχειρηματικοί κύκλοι στη Γερμανία, υποστηρίζοντας ότι η ΕΕ κατέληξε με χειρότερη συμφωνία από ό,τι η Βρετανία και η Ιαπωνία, ο κ. Χίλε παραδέχθηκε ότι η εμπορική συμφωνία "πρέπει και να αναγνωρίζει την πραγματικότητα". "Αν περιμένει κανείς τσουνάμι και τελικά έρχεται μόνο καταιγίδα, τότε είναι ικανοποιημένος. Αυτό δείχνει μια αίσθηση πραγματικότητας από την πλευρά της επιχειρηματικής κοινότητας", είπε χαρακτηριστικά.
"Θα υποστηρίξουμε σθεναρά τις περαιτέρω συνομιλίες", δήλωσε και ο υπουργός Οικονομίας της Αυστρίας Βόλφγκανγκ Χατμανσντόρφερ, αναφερόμενος στους δασμούς για χάλυβα και αλουμίνιο. "Ανεξαρτήτως των περαιτέρω λεπτομερειών της συμφωνίας, είναι σαφές ότι οι τομείς που επηρεάζονται ιδιαίτερα αρνητικά από τη συμφωνία χρειάζονται στοχευμένα μέτρα στήριξης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικοί και να εξασφαλίσουν θέσεις εργασίας παρά τα τεράστια βάρη", δήλωσε.
Από την πλευρά των επιχειρήσεων, ο Γερμανικός Βιομηχανικός Σύνδεσμος (BDI) βλέπει τους νέους αμερικανικούς δασμούς ως την αρχή μιας νέας εμπορικής τάξης. "Φτάνουμε σε επίπεδα δασμών που δεν έχουμε ξαναδεί", δήλωσε ο λομπίστας του BDI, Βόλφγκανγκ Νίντερμαρκ και έκανε λόγο για "πλήγμα για την οικονομία" και για "μια όχι καλή μέρα για την οικονομία". "Αναμένουμε σημαντικές απώλειες ανάπτυξης για τη βιομηχανία μας. Η Ευρώπη δεν βρισκόταν σε καλή διαπραγματευτική θέση και χρειάζεται επειγόντως να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της για να επιτύχει καλύτερα αποτελέσματα. Η συμφωνία παρέχει μόνο φαινομενική ασφάλεια, ακόμη και αν φέρνει οφέλη για ορισμένους τομείς και αν συνολικά αποφεύγει μια κλιμάκωση στην εμπορική διαμάχη", δήλωσε ο κ. Νίντερμαρκ.
Ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Εταιριών (vfa) χαρακτήρισε τη συμφωνία "εκτεταμένη οπισθοδρόμηση", η οποία "σπάει το αδασμολόγητο φαρμακευτικό εμπόριο που ίσχυε εδώ και δεκαετίες και θα κοστίσει δισεκατομμύρια ευρώ στη Γερμανία ως κέντρο φαρμακοβιομηχανίας", δήλωσε ο πρόεδρος Χαν Στόιτελ. "Δεν είναι μια καλή είδηση για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας ή για τις επενδύσεις", τόνισε και προειδοποίησε ότι το μέτρο θα θέσει σε κίνδυνο την περίθαλψη ασθενών διεθνών και την Ευρώπη ως κέντρο καινοτομίας.
Απαντώντας στον αναπληρωτή κυβερνητικό εκπρόσωπο, ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας ING Κάρστεν Μπρζέσκι δήλωσε στην BILD ότι "μπορεί κανείς να αισθάνεται ανακούφιση αν αντί για τυφώνα έρχεται μια καταιγίδα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμη και μια απλή καταιγίδα μπορεί να ξεριζώσει δέντρα". Ο κ. Μπρζέσκι πρόσθεσε ακόμη ότι αναμένει μείωση του γερμανικού ΑΕΠ κατά 0,1 έως 0,2%.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Διαβάστε επίσης: Η συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ φέρνει «προσωρινή σταθερότητα» αλλά είναι «ετεροβαρής»