CNBC: «Ασσύμετρη συνθηκολόγηση» της ΕΕ με Τραμπ - Γιατί δεν πίεσαν περισσότερο οι Βρυξέλλες;

Μπορεί να μην ήρθε το δρακόντειο 30% ή η μετωπική σύγκρουση, αλλά ήταν μία σαφώς άνιση συμφωνία

Ενώ αποφεύχθηκε στο παραπέντε η εμπορική σύγκρουση, η νέα συμφωνία ΗΠΑ–ΕΕ φέρει όλα τα σημάδια μιας ασύμμετρης συνθηκολόγησης, σύμφωνα με Ευρωπαίους ηγέτες και οικονομολόγους.

Η συμφωνία που ανακοίνωσαν την Κυριακή ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προβλέπει δασμούς 15% στα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα που εξάγονται στις ΗΠΑ, σε μια προσπάθεια να αποτραπεί η επιβολή του δρακόντειου 30% που είχε προαναγγείλει ο Τραμπ για το τέλος της εβδομάδας.

Παρότι εξαιρούνται προϊόντα όπως τα αεροπορικά εξαρτήματα, ορισμένα χημικά και εξοπλισμός ημιαγωγών, η συμφωνία συνοδεύεται από ευρωπαϊκές δεσμεύσεις για αγορές αμερικανικής ενέργειας ύψους 750 δισ. δολαρίων και επενδύσεις 600 δισ. σε αμερικανικό έδαφος. Τα αυτοκίνητα, που αποτέλεσαν κεντρικό σημείο αντιπαράθεσης, μπαίνουν τελικά σε καθεστώς 15% δασμού – κάτω από την απειλή του 30%, αλλά πάνω από τα προ Τραμπ επίπεδα.

Όπως σχολίασε στο CNBC η Cailin Birch, οικονομολόγος της Economist Intelligence Unit, «είναι μια υποχώρηση από μια πολύ χειρότερη θέση. Όμως οι δασμοί 15% παραμένουν μεγάλη κλιμάκωση σε σχέση με την προηγούμενη κατάσταση».

Ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, δήλωσε ότι η ΕΕ προστάτεψε μεν τα βασικά της συμφέροντα, αλλά «θα ήθελε περισσότερη ελάφρυνση» στο διατλαντικό εμπόριο. Λάβρος ήταν από την άλλη ο Γάλλος πρωθυπουργός, Φρανσουά Μπαϊρού που μίλησε για «σκοτεινή ημέρα για την Ευρώπη».

«Η συμφωνία είναι άνιση»

Για «ασύμμετρη συμφωνία» μίλησε και ο Χόλγκερ Σμίντινγκ της Berenberg, επισημαίνοντας ότι «οι ΗΠΑ εξασφάλισαν αύξηση δασμών και πρόσθετες παραχωρήσεις από την ΕΕ. Ο Τραμπ, με τη μηδενικού αθροίσματος λογική του, θα το παρουσιάσει ως νίκη».

Ο Σμίντινγκ προειδοποίησε ότι ο πραγματικός λογαριασμός για τους Αμερικανούς καταναλωτές θα φανεί αργότερα — και όταν φανεί, ίσως είναι ήδη αργά για ανατροπές. «Αυτό ενθαρρύνει τον Τραμπ να συνεχίσει πολιτικές που είναι κακές για την ίδια του τη χώρα», τόνισε.

Η Birch παρατήρησε ότι και οι ΗΠΑ δεν κέρδισαν όλα όσα ήθελαν: «Δεν υπήρξε καμία πρόοδος σε ζητήματα όπως τα αγροτικά πρότυπα ή η ρύθμιση των τεχνολογικών κολοσσών – θέματα-αγκάθια για την Ουάσινγκτον». Δεν υπήρξε επίσης καμία αναφορά στον επίμαχο «φόρο ψηφιακών υπηρεσιών», που οι ΗΠΑ εδώ και χρόνια απαιτούν να καταργηθεί.

Γιατί δεν πίεσε περισσότερο η ΕΕ;

Ο Αουρελιέν Κολσόν από το ESSEC Institute for Geopolitics & Business, είπε ότι η ΕΕ θα μπορούσε να έχει πετύχει καλύτερο αποτέλεσμα «αν είχε ακολουθήσει αυστηρά πολιτική αμοιβαιότητας». Αντί να αντιδράσει με δικούς της δασμούς, το μπλοκ επέλεξε να διαπραγματευτεί, παρότι είχε προετοιμάσει λίστα αντιμέτρων – τη λεγόμενη «εμπορική βαλλίστρα». Ο Κολσόν θεωρεί ότι οι Ευρωπαίοι «έπεσαν στην παγίδα του Τραμπ», ο οποίος συνδύασε την απειλή υπερβολικών δασμών με στενό χρονοδιάγραμμα.

Η Ευρώπη υποχώρησε πρώτη, προσφέροντας βαριές παραχωρήσεις, σχολίασε.

Οι σχέσεις εξάρτησης και η στρατιωτική ασφάλεια

Σύμφωνα με τους Γιούργκεν Μάτες και Σαμίνα Σουλτάν του IW Koeln, η συμφωνία «είναι τελικά δικαιολογημένη, γιατί με βάση τις πραγματικές ισορροπίες ισχύος, δεν ήταν ρεαλιστικό να ανακληθούν πλήρως οι αμερικανικοί δασμοί».

Όπως επισημαίνουν, η ΕΕ είναι σε πιο ευάλωτη θέση, λόγω του εμπορικού της πλεονάσματος και της εξάρτησής της από τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ. Και πάνω απ’ όλα, δεν μπορούσε να ρισκάρει κλιμάκωση, «γιατί εξαρτάται από τις ΗΠΑ για την ασφάλεια». Ο Τραμπ, λένε, «θα τραβούσε αυτόν τον άσσο από το μανίκι του».

Ο Γουίλιαμ Ράινς του CSIS σχολίασε ότι «αν κάποιος στην Ευρώπη έλεγε πριν λίγους μήνες ότι θα αποδεχόταν δασμούς 15%, θα τον πέταγαν έξω από την αίθουσα. Τώρα, όλοι το λένε “νίκη”, γιατί γλιτώσαμε τα χειρότερα». Όσο για τον Τραμπ, «θα το πουλήσει ως μεγάλη επιτυχία – όπως κάνει πάντα».

Διαβάστε επίσης: Η συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ φέρνει «προσωρινή σταθερότητα» αλλά είναι «ετεροβαρής»

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ