Σε πυρετό διαβουλεύσεων και διεργασιών βρίσκεται το τελευταίο διάστημα ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος, στην προσπάθειά του να καταστεί περισσότερο ανταγωνιστικός έναντι των αμερικανικών τραπεζών, με την Ένωση Χρηματοοικονομικών Αγορών στην Ευρώπη (AFME) να καλεί την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να αναθεωρήσει το πλαίσιο των διασυνοριακών τραπεζικών υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όπως αποκαλύπτουν οι Financial Times, οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν εντείνει τις εκκλήσεις τους προς τις ρυθμιστικές αρχές να αφαιρέσουν τα εμπόδια για τις διασυνοριακές τραπεζικές υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υποστηρίζοντας ότι η έλλειψη ενιαίων κανόνων τις θέτει σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τους μεγαλύτερους ανταγωνιστές τους στις ΗΠΑ.
Τα deals που κυοφορούν οι τράπεζες
Ουσιαστικά, αυτό που αναφέρεται στην έκθεση είναι ότι πολλές από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρώπης επικρίνουν τις ρυθμιστικές αρχές για το γεγονός ότι «παγιδεύουν» εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ σε κεφάλαιο και ρευστότητα πίσω από εθνικά εμπόδια, ενώ καθυστερούν στην έγκριση συγχωνεύσεων και αποτυγχάνουν να εναρμονίσουν τους κανόνες της ΕΕ.
Έτσι παρατηρείται το εξής παράδοξο: Ενώ θεωρητικά οι καταθέσεις μιας τράπεζας σε μία χώρα, για παράδειγμα τη Γερμανία, δίνει τη δυνατότητα χορηγήσεων σε άλλη χώρα, στην πράξη αυτό δεν μπορεί να γίνει λόγω των εθνικών περιορισμών.
Το αποτέλεσμα είναι οι μεγάλες τράπεζες να αναζητούν άλλες λύσεις διείσδυσης σε διαφορετικές αγορές.
Οι κινήσεις στρατηγικής των τραπεζών, όπως η εξαγορά της Alpha Bank από την UniCredit, είναι ενδεικτικές του πόσο κρίσιμο είναι για τις τράπεζες της ΕΕ να αναζητούν νέες ευκαιρίες ενίσχυσης των θέσεών τους σε διαφορετικές αγορές. Ωστόσο, η προσφορά 6,4 δισ. ευρώ από την BPCE της Γαλλίας για την πορτογαλική τράπεζα Novo Banco τον Ιούνιο, αλλά και η επένδυση της UniCredit στην Commerzbank της Γερμανίας αντιμετωπίζονται ως «εχθρικές».
«Ταβάνι» ανάπτυξης
Το αίτημα για άρση των περιορισμών στη διασυνοριακή τραπεζική δραστηριότητα δεν είναι νέο, καθώς ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος καλείται συχνά να λειτουργήσει σε πιο αυστηρό πλαίσιο έναντι των αμερικανικών τραπεζών, οι οποίες λειτουργούν σε ένα πιο ευέλικτο και ενοποιημένο πλαίσιο. Και αυτή η κατάσταση δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στην κερδοφορία και την οικονομική αποδοτικότητα, επηρεάζοντας και τη χρηματοοικονομική σταθερότητα και τις προοπτικές ανάπτυξης στην ΕΕ.
«Για τις τράπεζες που λειτουργούν εντός της τραπεζικής ένωσης και σε διασυνοριακό επίπεδο, η κερδοφορία τους περιορίζεται σοβαρά από την κατακερματισμένη προσέγγιση που παγιδεύει το κεφάλαιο και τη ρευστότητα», δήλωσε στους FT ο Άνταμ Φάρκας, επικεφαλής της AFME. «Η αλλαγή αυτής της κατάστασης θα ήταν μεταμορφωτική όσον αφορά την οικονομική αποτελεσματικότητα».
Την ίδια ώρα, οι ρυθμιστικές αρχές στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο υιοθετούν πιο τραπεζικά φιλικές πολιτικές, εν μέσω της πολιτικής πίεσης για μείωση των κανονιστικών εμποδίων.
Ενδεικτικό είναι ότι στην ΕΕ, οι διαδικασίες συγχωνεύσεων και εξαγορών παραμένουν αργές και γραφειοκρατικές, με τη μέση διάρκεια ολοκλήρωσης ενός τραπεζικού deal να ανέρχεται σε 285 ημέρες, 100 ημέρες περισσότερες από ό,τι πριν από δέκα χρόνια. Αντίστοιχα, για μια τραπεζική συμφωνία στις ΗΠΑ απαιτούνται 219 ημέρες, στο Ηνωμένο Βασίλειο 173 ημέρες και στην Ελβετία 85 ημέρες.
Οι προτάσεις Ντράγκι
Παράλληλα, η ΕΕ έχει καθυστερήσει στην αποδοχή των μεταρρυθμίσεων παρά τις συστάσεις της περυσινής ιστορικής έκθεσης του Μάριο Ντράγκι, του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού και επικεφαλής της ΕΚΤ. Ο Ντράγκι είχε προτείνει τη δημιουργία ενός 28ου καθεστώτος για τις μεγαλύτερες τράπεζες του μπλοκ, το οποίο θα υπερέχει των κανόνων των 27 κρατών-μελών της ΕΕ. Η Κομισιόν συζητά τη δημιουργία ενός τέτοιου καθεστώτος — αλλά μόνο για καινοτόμες νεοφυείς επιχειρήσεις, και όχι για μεγάλες τράπεζες.
Η AFME ανέφερε ότι έχει εντοπίσει «αρκετές κρίσιμες ελλείψεις στην εφαρμογή» της τραπεζικής ένωσης στη ζώνη του ευρώ, αναφέροντας εκτιμήσεις της ΕΚΤ που δείχνουν ότι 225 δισ. ευρώ σε κεφάλαιο και 250 δισ. ευρώ σε ρευστότητα έχουν «παγιδευτεί» από εθνικούς περιορισμούς που εμποδίζουν τις διασυνοριακές δραστηριότητες.
Όταν οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ ξεπέρασαν τα 451 δισ. ευρώ σε συνολικά ενεργητικά, η AFME εκτιμά ότι άρχισαν να υποφέρουν από αρνητικές συνέργειες, καθώς τα διοικητικά τους έξοδα άρχισαν να αυξάνονται σε σχέση με τα συνολικά τους ενεργητικά. «Οι περιορισμοί στις οικονομίες κλίμακας και η έλλειψη μιας ολοκληρωμένης τραπεζικής ένωσης σημαίνουν ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν μπορούν να φτάσουν το μέγεθος και την κερδοφορία των αμερικανικών ανταγωνιστών τους», ανέφερε.
Πηγή: ot.gr
Διαβάστε επίσης: To πρώτο «αμυντικό ομόλογο» στην Ευρώπη δελεάζει τους επενδυτές