Της Βάσιας Καττή
Σε τροχιά σύγκρουσης φαίνεται να κινούνται ξενοδόχοι και ιδιοκτήτες αυτοεξυπηρετούμενων τουριστικών καταλυμάτων, με φόντο την ταχύτατη διείσδυση των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην κυπριακή αγορά. Από τη μία, οι ξενοδόχοι καταγγέλλουν αθέμιτο ανταγωνισμό από μη αδειοδοτημένες μονάδες, οι οποίες -όπως επισημαίνουν- δεν υπόκεινται στους ίδιους ελέγχους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά και να πλήττεται η εικόνα της Κύπρου ως τουριστικός προορισμός. Επιπλέον, προειδοποιούν ότι η ανεξέλεγκτη εξάπλωση των Airbnb συμβάλλει στην αύξηση των ενοικίων στις πόλεις, περιορίζοντας τη διαθεσιμότητα κατοικιών για μακροχρόνια ενοικίαση.
Από την άλλη, οι ιδιοκτήτες Airbnb τονίζουν ότι ο κλάδος επιθυμεί να λειτουργεί εντός του νόμιμου πλαισίου και επικρίνουν την ατιμωρησία και τον ελλιπή έλεγχο, που επιτρέπουν σε ορισμένους να λειτουργούν παράνομα εις βάρος όσων συμμορφώνονται με τη νομοθεσία. Το ζητούμενο, όπως υποστηρίζουν, δεν είναι νέες παρεμβάσεις αλλά η εφαρμογή των υφιστάμενων ρυθμίσεων και η ενίσχυση των ελέγχων από το Υφυπουργείο Τουρισμού.
Το Economy Today καταγράφει τις θέσεις των δύο πλευρών, όπως τις εκφράζουν ο δρ Χρίστος Αγγελίδης, Γενικός Διευθυντής του ΠΑΣΥΞΕ και ο Κωνσταντίνος Καράκοντης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Αυτοεξυπηρετούμενων Τουριστικών Καταλυμάτων.
«Ο αθέμιτος ανταγωνισμός από τα Airbnb πλήττει τη φήμη της Κύπρου»
Δρ Χρίστος Αγγελίδης, Γενικός Διευθυντής Παγκύπριου Συνδέσμου Ξενοδόχων
Πώς επηρεάζει η ανεξέλεγκτη εξάπλωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων τη λειτουργία και τη βιωσιμότητα των ξενοδοχείων στην Κύπρο; Ποιο είναι το βασικότερο πρόβλημα για την ξενοδοχειακή βιομηχανία;
Η εξάπλωση των βραχυχρόνιων μισθώσεων είναι πράγματι ανεξέλεγκτη, παρά τις προσπάθειες του Υφυπουργείου Τουρισμού να τη ρυθμίσει μέσω καταγραφής και νομιμοποίησης. Υπάρχει ακόμη μεγάλος αριθμός καταλυμάτων που είτε αποφεύγουν τη διαδικασία αδειοδότησης είτε λειτουργούν ανεπίσημα. Για παράδειγμα, μεμονωμένα υποστατικά που υπενοικιάζονται σε φίλους ή τρίτους χωρίς έλεγχο ή δήλωση.
Η βασική ανησυχία δεν αφορά τη συνολική βιωσιμότητα των ξενοδοχείων. Πέραν αυτού, το σοβαρότερο πρόβλημα είναι ο αθέμιτος ανταγωνισμός: τα μη εγγεγραμμένα καταλύματα δεν υπόκεινται στις αυστηρές προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας που ισχύουν για τις ξενοδοχειακές μονάδες, ούτε καταβάλλουν τους ίδιους φόρους και τέλη. Αυτή η ασυμμετρία δημιουργεί σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά.
Υπάρχουν ενδείξεις εκτεταμένης παραβατικότητας από μη αδειοδοτημένα καταλύματα; Πώς πλήττεται το τουριστικό προϊόν;
Ναι, υπάρχουν ενδείξεις παραβατικότητας. Όταν επισκέπτες καταλήγουν σε μη εγκεκριμένα ή κακής ποιότητας καταλύματα, αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στην εικόνα της Κύπρου ως τουριστικού προορισμού. Μια αρνητική εμπειρία διαμονής μπορεί να πλήξει τη φήμη μας σε βάθος χρόνου, κυρίως μέσω αξιολογήσεων σε διαδικτυακές πλατφόρμες. Είναι θέμα προστασίας του brand «Κύπρος».
Πιστεύετε ότι η εξάπλωση των Airbnb σχετίζεται με την αύξηση των ενοικίων στις αστικές περιοχές; Ποια είναι η επίπτωση στην κοινωνική συνοχή και τη στεγαστική πολιτική;
Αναμφίβολα υπάρχει σύνδεση, παρότι είναι δύσκολο να ποσοστικοποιηθεί με ακρίβεια. Η μετατροπή διαμερισμάτων σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης περιορίζει την προσφορά κατοικιών για μακροχρόνια ενοικίαση. Αυτό εντείνει τις πιέσεις στην αγορά, ιδιαίτερα στα κέντρα των πόλεων και των τουριστικών περιοχών. Πρόκειται για μια εξέλιξη που επηρεάζει τη στεγαστική πολιτική και σε τελική ανάλυση, την κοινωνική συνοχή.
Θα έπρεπε να υιοθετήσει η Κύπρος περιορισμούς παρόμοιους με άλλες ευρωπαϊκές χώρες όσον αφορά τις βραχυχρόνιες μισθώσεις;
Είμαστε σαφώς υπέρ της εφαρμογής ρυθμίσεων. Δεν πρόκειται μόνο για προστασία της ποιότητας του τουριστικού προϊόντος, αλλά και για ανάγκη εξισορρόπησης της αγοράς ενοικίων στις αστικές περιοχές. Χρειάζεται μια προσεκτικά μελετημένη φόρμουλα, ένα αριθμητικό και ποιοτικό μοντέλο που να επιτρέπει, για παράδειγμα, τη θέσπιση πλαφόν στον αριθμό των καταλυμάτων ή τις ημέρες διάθεσής τους ανά έτος. Το ζητούμενο είναι να αποφευχθεί η ανεξέλεγκτη αύξηση της προσφοράς και των ενοικίων.
Σας ανησυχεί το φαινόμενο επενδυτών εκτός Ε.Ε. που αγοράζουν ακίνητα και τα αξιοποιούν αποκλειστικά ως Airbnb; Είναι αυτές μη παραγωγικές επενδύσεις;
Υπάρχουν εύλογες ανησυχίες. Εκείνο που απαιτείται, είναι οι επενδύσεις που γίνονται στον τομέα αυτό, να διασφαλίζουν τα συμφέροντα της κυπριακής οικονομίας στο σύνολο. Αυτό που θεωρούμε ως απαραίτητο στις περιπτώσεις μεγάλων επενδύσεων αυτού του τύπου, είναι όπως η κάθε επένδυση παράγει οφέλη για την εγχώρια οικονομία που να εκτείνονται πέραν από τα κατασκευαστικά έργα και στην κατανάλωση και στις θέσεις εργασίας.
«Υπάρχει χώρος για όλους στη φιλοξενία»
Κωνσταντίνος Καράκοντης, Πρόεδρος Συνδέσμου Αυτοεξυπηρετούμενων Τουριστικών Καταλυμάτων
Πόσα αυτοεξυπηρετούμενα τουριστικά καταλύματα είναι σήμερα εγγεγραμμένα στο σχετικό μητρώο;
Μέχρι σήμερα, ο αριθμός των εγγεγραμμένων αυτοεξυπηρετούμενων τουριστικών καταλυμάτων στο μητρώο του Υφυπουργείου Τουρισμού παρουσιάζει σημαντική αύξηση, αντανακλώντας μια προσπάθεια συμμόρφωσης με τη νομοθεσία. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, τα εγγεγραμμένα καταλύματα ξεπερνούν τις 10.000, με τη μερίδα του λέοντος να κατέχει η Πάφος, ακολουθούμενη από την Αμμόχωστο, τη Λάρνακα, τη Λεμεσό και τέλος τη Λευκωσία.
Έχετε εικόνα του συνολικού αριθμού αυτών που λειτουργούν εκτός αυτού;
Εκτιμούμε ότι ο πραγματικός αριθμός των ακινήτων που λειτουργούν μέσω πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι 14.000-15.000 μονάδες το καλοκαίρι.
Το ποσοστό αδειοδότησης ανέρχεται σε +70% και αυξάνεται καθημερινά.
Ποια είναι, κατά την άποψή σας, τα βασικά εμπόδια που αποτρέπουν ιδιοκτήτες από το να εγγραφούν στο μητρώο;
Δεν πιστεύουμε ότι υπάρχουν πραγματικά σοβαροί λόγοι που να αποτρέπουν τη μεγάλη πλειοψηφία των μη αδειοδοτημένων στο να εγγραφούν. Θεωρούμε ότι η ατιμωρησία και ο ελλιπής έλεγχος, επιτρέπουν σε αυτά τα καταλύματα να λειτουργούν παράνομα σε βάρος των αδειοδοτημένων καταλυμάτων.
Θεωρούμε ότι πρέπει να δοθούν τα κατάλληλα εργαλεία και προσωπικό στο Υφυπουργείο Τουρισμού έτσι ώστε να μπορεί να διενεργεί καλύτερους ελέγχους.
Εμείς σαν σύνδεσμος προβαίνουμε και οι ίδιοι σε καταγγελίες προς το Υφυπουργείο Τουρισμού καταλυμάτων που δεν έχουν αναρτημένο τον αριθμό μητρώου και κάποιες από αυτές έχουν προχωρήσει με δικαστικά μέτρα.
Υπάρχουν φωνές που λένε πως τα αυτοεξυπηρετούμενα καταλύματα αποφεύγουν κανόνες που οι ξενοδόχοι είναι υποχρεωμένοι να τηρούν, ενώ παράλληλα διατυπώνονται κατηγορίες για αθέμιτο ανταγωνισμό και φοροδιαφυγή. Πώς απαντάτε;
Είναι μια θέση που ακούγεται συχνά, ωστόσο είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο υπάρχει και εφαρμόζεται τόσο για τα ξενοδοχεία όσο και για τα αυτοεξυπηρετούμενα καταλύματα, αλλά διαφέρει λόγω της φύσης της κάθε κατηγορίας.
Συγκεκριμένα, τα αυτοεξυπηρετούμενα καταλύματα είναι αδειοδοτημένες οικιστικές μονάδες και ακολουθούν τους αυστηρούς κανονισμούς που διέπουν τις κατοικίες. Αυτό από μόνο του διασφαλίζει την αξιοπιστία και την ασφάλεια του ακινήτου. Από την άλλη πλευρά, τα ξενοδοχεία είναι εμπορικές αναπτύξεις, κατασκευασμένα με διαφορετικά πρότυπα και για διαφορετική χρήση (π.χ. συνάθροιση μεγάλου αριθμού ατόμων, εμπορικές κουζίνες) και ως εκ τούτου, είναι λογικό να υπόκεινται σε διαφορετικούς, εξειδικευμένους κανονισμούς.
Ας μην ξεχνάμε, επίσης, ότι και στον ξενοδοχειακό κλάδο έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς σοβαρές ενστάσεις, καθώς εκτιμάται ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό, γύρω στο 10%, των ξενοδοχείων κατέχει όλες τις απαιτούμενες άδειες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πολλές μονάδες δεν ακολουθούν και δεν συμμορφώνονται πλήρως με τις αυστηρές πολεοδομικές και κτιριακές προδιαγραφές βάσει των οποίων θα έπρεπε να λειτουργούν.
Τέλος, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι οι σύνδεσμοι των ξενοδόχων προσπαθούν, εύλογα, να προστατεύσουν τα συμφέροντα των μελών τους. Όταν ορισμένοι από αυτούς αισθάνονται ότι ο κλάδος μας αποσπά μερίδιο από τη δική τους πελατεία, είναι αναμενόμενο να αναζητούν προσχήματα και να προβάλλουν επιχειρήματα για την ανάγκη επιβολής αυστηρών ρυθμίσεων στον τομέα μας.
Οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις κατά των Airbnb αυξάνονται σε αρκετές χώρες. Υπάρχει ανησυχία στον κλάδο ότι κάτι παρόμοιο μπορεί να εφαρμοστεί και στην Κύπρο; Πιστεύετε ότι το ενδεχόμενο αυστηρών ρυθμίσεων αποθαρρύνει νέους ιδιοκτήτες από το να επενδύσουν σε αυτοεξυπηρετούμενα καταλύματα;
Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι, σε αντίθεση με άλλες χώρες που ίσως τώρα ανακαλύπτουν το φαινόμενο, στην Κύπρο υπάρχει ήδη η σχετική νομοθεσία που ρυθμίζει τη λειτουργία των αυτοεξυπηρετούμενων καταλυμάτων.
Το ζητούμενο, επομένως, δεν είναι η συνεχής συζήτηση για νέες παρεμβάσεις, αλλά η ουσιαστική στήριξη του Υφυπουργείου Τουρισμού και των αρμόδιων Αρχών ώστε να μπορέσουν να εφαρμόσουν και να επιβάλουν αποτελεσματικά την υφιστάμενη νομοθεσία.
Σχετικά με το αν αποθαρρύνονται οι νέοι επενδυτές, η απάντηση είναι ότι σαφώς οποιαδήποτε αβεβαιότητα σε έναν οικονομικό τομέα δημιουργεί ένα αρνητικό περιβάλλον. Για τον λόγο αυτό, πρέπει όλοι να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν εκφράζουμε δημόσια απόψεις που μπορεί να πυροδοτήσουν ένα φαινόμενο χιονοστιβάδας, επηρεάζοντας αρνητικά όχι μόνο τον συγκεκριμένο κλάδο αλλά και την ευρύτερη οικονομία.
Ποιο είναι το κοινό που προτιμά αυτοεξυπηρετούμενα καταλύματα και πώς διαφοροποιείται από τους πελάτες των ξενοδοχείων; Θεωρείτε ότι υπάρχει χώρος για συνύπαρξη ή πρόκειται για ανταγωνισμό μηδενικού αθροίσματος;
Τα αυτοεξυπηρετούμενα καταλύματα και τα ξενοδοχεία φαίνεται να απευθύνονται σε διαφορετικά, αν και μερικές φορές επικαλυπτόμενα, τμήματα της τουριστικής αγοράς.
• Πελάτες αυτοεξυπηρετούμενων καταλυμάτων: Συχνά πρόκειται για οικογένειες ή μεγαλύτερες παρέες που αναζητούν περισσότερο χώρο και την άνεση ενός σπιτιού. Επίσης, προσελκύουν νεότερους ταξιδιώτες και τουρίστες με μικρότερο προϋπολογισμό που επιθυμούν μια πιο «τοπική» εμπειρία, μαγειρεύοντας τα δικά τους γεύματα και ζώντας σε γειτονιές κατοικιών. Η ευελιξία και η αίσθηση της αυτονομίας είναι καθοριστικοί παράγοντες επιλογής.
• Πελάτες ξενοδοχείων: Προτιμώνται από ταξιδιώτες που αναζητούν ένα ολοκληρωμένο πακέτο υπηρεσιών, όπως καθημερινή καθαριότητα, πρωινό, εστιατόρια, πισίνες, spa και 24ωρη εξυπηρέτηση. Αποτελούν επίσης την προτιμώμενη επιλογή για επαγγελματικά ταξίδια και οργανωμένο τουρισμό.
Τα καταλύματα τύπου Airbnb λειτουργούν προς όφελος της ευρύτερης τοπικής οικονομίας, καθώς προσελκύουν επισκέπτες που ενδεχομένως να μην είχαν την οικονομική δυνατότητα να μείνουν σε ξενοδοχεία και οι οποίοι ξοδεύουν χρήματα σε τοπικά καταστήματα και υπηρεσίες, σε αντίθεση με πελάτες πολλών ξενοδοχείων οι οποίοι έρχονται με πακέτα all-inclusive και δεν ξοδεύουν χρήματα εκτός του ξενοδοχείου.
Παρά τις πολλές απόψεις, η γενική παραδοχή είναι ότι υπάρχει χώρος για συνύπαρξη των δύο μοντέλων φιλοξενίας. Το ζητούμενο δεν είναι η εξάλειψη του ενός από το άλλο, αλλά η λειτουργία και των δύο μέσα σε ένα πλαίσιο δίκαιου ανταγωνισμού.
Πιστεύετε ότι η Πολιτεία έχει ρυθμίσει επαρκώς το τοπίο; Τι αλλαγές θεωρείτε απαραίτητες για να υπάρχει διαφάνεια, δίκαιη φορολόγηση και εύρυθμη λειτουργία της αγοράς;
Η Πολιτεία έχει κάνει σημαντικά βήματα, και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η Κύπρος έχει ήδη έναν από τους υψηλότερους αριθμούς αδειοδοτημένων καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης στην Ευρώπη. Αυτό δείχνει ότι ο κλάδος επιθυμεί να λειτουργεί εντός του νόμιμου πλαισίου.
Το επόμενο βήμα είναι η εφαρμογή. Η Πολιτεία πρέπει να ενδυναμώσει ακόμη περισσότερο το Υφυπουργείο Τουρισμού, δίνοντάς του τα εργαλεία και τους πόρους για την αποτελεσματική επιβολή της υφιστάμενης νομοθεσίας. Ο πραγματικός αθέμιτος ανταγωνισμός σήμερα εντοπίζεται μεταξύ των νόμιμων, αδειοδοτημένων μονάδων και εκείνων που λειτουργούν παράνομα, εκτός μητρώου. Επομένως, ο στόχος πρέπει να είναι να διασφαλιστεί ότι όλοι ανεξαιρέτως λειτουργούν υπό τους ίδιους όρους.
Ένα κρίσιμο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η νέα ευρωπαϊκή οδηγία για τη διαφάνεια των πλατφορμών, η οποία θα τεθεί σε ισχύ τον Μάιο του 2026. Η οδηγία αυτή θα υποχρεώνει τις πλατφόρμες να δημοσιεύουν τον αριθμό άδειας για κάθε κατάλυμα και θα παρέχει στις εθνικές Αρχές πρόσβαση σε οικονομικά δεδομένα ανά μονάδα. Αυτόματα, αυτό θα ενισχύσει τη διαφάνεια, θα διευκολύνει τους ελέγχους και θα διασφαλίσει τη δίκαιη φορολόγηση για όλους.
- Διαβάστε επίσης: Ρυθμός ανάπτυξης 3,3% το δεύτερο τρίμηνο – Πώς σχολιάζει το ΥΠΟΙΚ