Αρκετές από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου εμφανίζουν επισφαλή δημόσια οικονομικά, με την Capital Economics να χαρακτηρίζει ιδιαίτερα ανησυχητικές αυτές που αποκαλεί «fiscal four»: Την Ιταλία, τη Γαλλία, τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Το ερώτημα, όπως σημειώνει ο επικεφαλής οικονομολόγος του οίκου αναλύσεων, Neil Shearing, είναι το πότε κάτι θα «σπάσει», φέρνοντας την επόμενη δημοσιονομική κρίση. Η ειλικρινής απάντηση, παραδέχεται ο ειδικός, είναι ότι κανείς δεν ξέρει, αφού δεν υπάρχει ένας «μαγικός αριθμός» που να σηματοδοτεί ότι μια χώρα εισέρχεται σε κρίση χρέους. Όμως, όπως σημειώνει η Capital Economics, εάν μια κρίση χρέους πράγματι ξεσπάσει τα επόμενα χρόνια, δεν θα είναι μόνο ζήτημα αριθμών, αλλά και πολιτικής.
Δεν υπάρχει «μαγικός αριθμός»
Μετά την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, οι γνωστοί οικονομολόγοι Carmen Reinhart και Ken Rogoff είχαν ισχυριστεί ότι οι οικονομίες αντιμετωπίζουν προβλήματα όταν ο δείκτης του δημόσιου χρέους τους ξεπεράσει το 90% του ΑΕΠ. Ωστόσο, σημειώνει ο Shearing, κυβερνήσεις έχουν ξεπεράσει αυτό το επίπεδο χρέους χωρίς να αντιμετωπίσουν δημοσιονομική κρίση.
Για παράδειγμα, η Ιαπωνία διατηρεί χρέος υψηλότερο από το 150% του ΑΕΠ της εδώ και δεκαετίες, χωρίς να σημειώνεται οικονομικό κραχ. Αντίθετα, ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες έχουν βιώσει δημοσιονομικές κρίσεις παρότι είχαν δημόσιο χρέος σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα. Περίπου τα μισά από τα defaults αναδυόμενων κρατών από το 1980 έχουν συμβεί όταν το δημόσιο χρέος ήταν κάτω από το 50% του ΑΕΠ. Οκτώ κυβερνήσεις αναδυόμενων χωρών έχουν βρεθεί σε default με χρέος κάτω από το 30% του ΑΕΠ.
Αυτό δείχνει ότι η δημοσιονομική βιωσιμότητα εξαρτάται από πολλούς παράγοντες: Από τις προοπτικές της ανάπτυξης και του πληθωρισμού έως τις εγχώριες αποταμιεύσεις, το νόμισμα στο οποίο εκδίδονται τα ομόλογα και την αξιοπιστία της κυβέρνησης που τα εκδίδει.
Σύμφωνα με τον Shearing, τα δύο τελευταία είναι τα πιο σημαντικά: Ένα κράτος που δανείζεται στο δικό του νόμισμα έχει πολύ μεγαλύτερο περιθώριο να αναβάλει την ώρα της κρίσης, κυρίως μέσω της «οικονομικής καταστολής».
Όπως τονίζει η Capital Economics, η δημοσιονομική αξιοπιστία των κυβερνήσεων είναι κρίσιμη, προκειμένου να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών. Οι κρίσεις δεν προκύπτουν από κάποιο συγκεκριμένο επίπεδο χρέους, αλλά από ένα γεγονός που κάνει τους επενδυτές να αλλάξουν γνώμη σχετικά με τις δημοσιονομικές προοπτικές μιας χώρας. Οι παράγοντες που πυροδοτούν μια κρίση μπορεί να είναι οικονομικοί αλλά και πολιτικοί.
Στους οικονομικούς παράγοντες, οι τραπεζικές κρίσεις οδηγούν συχνά και σε δημοσιονομικές κρίσεις, καθώς μπορεί να επιβαρύνουν τα κράτη με τεράστιες υποχρεώσεις. Εξωτερικά σοκ που μειώνουν την οικονομική ανάπτυξη και κατ΄ επέκταση τα δημοσιονομικά έσοδα μπορεί να είναι ένας άλλος παράγοντας. Όμως, σύμφωνα με την Capital Economics, εάν τα επόμενα χρόνια προκύψει μια δημοσιονομική κρίση, το πιο πιθανό είναι ότι θα την πυροδοτήσει η πολιτική.
Βρετανία
Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, ο προϋπολογισμός που θα παρουσιαστεί τον επόμενο μήνα θεωρείται ένα πρώτο τεστ, αν και η Capita Economics εκτιμά ότι η υπουργός Οικονομικών Rachel Reeves θα μπορέσει να βρει αρκετές αυξήσεις φόρων και μειώσεις δαπανών για να καθησυχάσει τις αγορές. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος, σύμφωνα με τον οίκο, βρίσκεται μπροστά, καθώς εάν ο Keir Starmer αντικατασταθεί από κάποιο πρωθυπουργό με μεγαλύτερη τάση προς τις δαπάνες και λιγότερη ευαισθησία στις αγορές, οι επενδυτές ίσως να μην είναι εξίσου ανεκτικοί.
ΗΠΑ
Στις ΗΠΑ, πολλά εξαρτώνται από τον Scott Bessent, έναν μετριοπαθή υπουργό τον οποίο οι αγορές βλέπουν σαν «δικό τους» άνθρωπο. Εάν ο Bessent χάσει την εύνοια του Trump και αντικατασταθεί με κάποιον που έχει λιγότερο καλές σχέσεις με τις αγορές, αυτό θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα sell-off στα ομόλογα, προειδοποιεί η Capital Economics. Αντίστοιχοι κίνδυνοι υπάρχουν και γύρω από τις εξελίξεις στη Fed, την διασφάλιση της πολιτικής ανεξαρτησίας της και την επιλογή του προσώπου που θα αντικαταστήσει τον Jerome Powell όταν λήξει η θητεία του, τον επόμενο Μάιο.
Γαλλία
Καθώς η Γαλλία ζει τη «Μέρα της Μαρμότας», με αλλεπάλληλες κυβερνήσεις που προσπαθούν και αποτυγχάνουν να περάσουν μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος, η προσοχή στρέφεται σταδιακά στις προεδρικές εκλογές του 2027, από το αποτέλεσμα των οποίων θα κριθεί όχι μόνο το πολιτικό, αλλά και το οικονομικό και δημοσιονομικό μέλλον της χώρας, τονίζει ο Shearing.
Εάν το κέντρο υποχωρήσει και η Marine Le Pen (ή ο Jordan Bardella) γίνει πρόεδρος, το ερώτημα είναι εάν θα κυβερνήσει λαϊκιστικά ή εάν θα υιοθετήσει μια πιο μετριοπαθή προσέγγιση, όπως έκανε, για παράδειγμα, η Georgia Meloni στην Ιταλία. Η Ιταλία, παρά το μεγάλο της χρέος, δεν έχει γίνει στόχος των αγορών, θυμίζει η Capital Economics.
Πηγή: moneyreview.gr
Διαβάστε επίσης: Έρευνα Citi: Στα $1,9 τρισ. θα φτάσουν τα stablecoins έως το 2030