Το φετινό οικονομικό συμπόσιο της Fed στο Τζάκσον Χολ, αποτέλεσε μία ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία για την παγκόσμια οικονομική σκηνή, προσφέροντας καίρια μηνύματα, στρατηγικές κατευθύνσεις και ενδείξεις για τις μελλοντικές προτεραιότητες της νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ. Η ετήσια συνάντηση κορυφής συγκέντρωσε ηγετικά στελέχη από τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου, οικονομολόγους και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, σε μια περίοδο που η παγκόσμια οικονομία διανύει φάση προσαρμογής, αβεβαιότητας και γεωπολιτικής έντασης.
Καθώς οι παγκόσμιες αγορές προσπαθούν να διαχειριστούν τις συνέπειες της αυστηρής νομισματικής πολιτικής των τελευταίων ετών, οι αποφάσεις και τα σήματα που εκπέμπονται από το Jackson Hole αποκτούν αυξημένη βαρύτητα. Τα συμπεράσματα της συνόδου δεν περιορίστηκαν σε βραχυπρόθεσμες κατευθύνσεις, αλλά άγγιξαν βαθύτερες δομικές προκλήσεις, όπως η ανθεκτικότητα της απασχόλησης, η διαχείριση πληθωριστικών πιέσεων και η μελλοντική κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Μείωση Επιτοκίων στον Ορίζοντα; Το μήνυμα Πάουελ
Ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, απεστειλε ένα ισχυρό μήνυμα στις αγορές: η πιθανότητα μείωσης των βασικών επιτοκίων βρίσκεται πλέον στο τραπέζι ενόψει της συνεδρίασης του Σεπτεμβρίου.
Πρόκειται για μια κομβική στροφή, έπειτα από οκτώ συνεχείς μήνες σταθερών επιτοκίων και σημαντικών αυξήσεων που προηγήθηκαν. Η δήλωσή του βασίστηκε στη διαπίστωση μιας «μεταβαλλόμενης ισορροπίας κινδύνων», επικαλούμενος τα πρόσφατα στοιχεία που καταγράφουν πτώση στους ρυθμούς απασχόλησης — ένδειξη ότι η υπερβολική αυστηρότητα μπορεί να αρχίζει να πλήττει την αγορά εργασίας.
Ωστόσο, ο Πάουελ δεν παρέλειψε να επισημάνει τους συνεχιζόμενους κινδύνους, ιδιαίτερα από τις πληθωριστικές πιέσεις που ενδέχεται να ενταθούν λόγω εξωτερικών παραγόντων, όπως οι δασμοί του Τραμπ. Αυτή η αμφίσημη στάση καθιστά τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου κρίσιμη, όχι μόνο για τις ΗΠΑ, αλλά και για το παγκόσμιο επενδυτικό και επιχειρηματικό περιβάλλον.
Αναθεώρηση του πλαισίου
Ο Πάουελ παρουσίασε ακόμη την ανανεωμένη στρατηγική νομισματικής πολιτικής της Fed, ολοκληρώνοντας μια επισκόπηση που είχε ξεκινήσει στα τέλη του προηγούμενου έτους. Η ανασκόπηση αυτή αποτυπώνει τη μετατόπιση προτεραιοτήτων, από τις προκλήσεις της τελευταίας πενταετίας προς μία πιο σταθερή θεσμική προσέγγιση. Στο πλαίσιο αυτό, εγκαταλείφθηκε η πολιτική της «αναπλήρωσης πληθωρισμού» του 2020, η οποία στόχευε σε υπέρβαση του 2% μετά από περιόδους χαμηλού πληθωρισμού.
Αλλαγές σημειώθηκαν και στη διατύπωση της μέγιστης απασχόλησης, με την Fed να απομακρύνεται πλέον από την πρακτική πρόωρης σύσφιξης, εστιάζοντας σε μια περισσότερο ευέλικτη διαχείριση της αγοράς εργασίας.
Πολιτικές συγκρούσεις
Η παρουσία της διοικήτριας της Fed, Λίζα Κουκ, συνοδεύτηκε από αιχμές και προσωπικές επιθέσεις. Κατηγορίες περί εμπλοκής της σε υποθέσεις στεγαστικής απάτης οδήγησαν σε δημόσια δήλωση του Προέδρου ότι αν δεν παραιτηθεί, θα απομακρυνθεί από τη θέση της.
Η ίδια αρνήθηκε να υποχωρήσει, δηλώνοντας ότι δεν πρόκειται να εκφοβιστεί από πολιτικές παρεμβάσεις. Το περιστατικό προστίθεται σε ένα μακρύ ιστορικό εντάσεων ανάμεσα στον Λευκό Οίκο και την ανεξαρτησία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, καθώς πλησιάζει το τέλος της θητείας του Πάουελ και εντείνεται η πολιτική πίεση για μια πιο “φιλική” νομισματική πολιτική.
Το παγκόσμιο σκέλος της συνόδου είχε επίσης ιδιαίτερη βαρύτητα.
Οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών της Ιαπωνίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, Kazuo Ueda και Andrew Bailey αντίστοιχα, επικεντρώθηκαν στις διαρθρωτικές προκλήσεις της αγοράς εργασίας. Ο Ueda αναφέρθηκε στη γήρανση του πληθυσμού και στο χαμηλό ποσοστό γεννήσεων στην Ιαπωνία, προτείνοντας την ενίσχυση της πλήρους απασχόλησης των γυναικών και την προσέλκυση μεταναστών.
Ο Bailey, από τη μεριά του, επεσήμανε το χαμηλό επίπεδο παραγωγικότητας και συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό ως τη σημαντικότερη απειλή για τη μακροχρόνια ανάπτυξη του Ηνωμένου Βασιλείου, κάνοντας λόγο για μια “θλιβερή” κατάσταση.
Σε αντίθεση, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, ανέδειξε την ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας, τονίζοντας ότι η Ευρωζώνη αντιμετώπισε το πληθωριστικό σοκ με ελάχιστο κόστος απασχόλησης — γεγονός που αποδίδεται στις πιο ισχυρές δομές κοινωνικής προστασίας και στην προσαρμοστικότητα των ευρωπαϊκών θεσμών.
Πηγή: newmoney.gr