Μετά από αρκετά χρόνια στη Nέα Υόρκη, η επιστροφή της αναλυτή Ριτίκα Γκούπτα στο Λονδίνο ήταν ένα πολιτισμικό σοκ, αλλά πέρα από τις ασήμαντες διαφορές του Picadilly Circus με την Times Square, την περίμενε ένα μεγαλύτερο σοκ από ό,τι περίμενε.
Πρώτον, το κόστος διαβίωσης, από το ενοίκιο και τα κοινόχρηστα έως τις συγκοινωνίες, έχει αυξηθεί σημαντικά. Το εισιτήριο μετ’ επιστροφής από το Λονδίνο στο σπίτι της οικογένειάς της στο Νόργουιτς είναι τώρα πάνω από 30% υψηλότερο.
Ίσως δε θα έπρεπε να ήταν τόσο μεγάλο σοκ. Άλλωστε, τα τελευταία χρόνια, οι ΗΠΑ έχουν βιώσει σημαντικά χαμηλότερο πληθωρισμό από το Ηνωμένο Βασίλειο. Πιο πρόσφατα, οι τιμές στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν κατά 3,6%, σε σύγκριση με αύξηση 2,7% στις ΗΠΑ. Η Τράπεζα της Αγγλίας αναμένει πλέον ότι ο πληθωρισμός θα κορυφωθεί στο 4% τον Σεπτέμβριο και θα επιστρέψει στο στόχο του 2% μόνο στα μέσα του 2027.
Όταν μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, είχε περάσει ενάμιση χρόνος από το δημοψήφισμα για το Brexit. Χρόνια αργότερα, το Brexit συνεχίζει να κυριαρχεί στις συζητήσεις.
Σε συνομιλίες με διευθύνοντες συμβούλους και ηγέτες επιχειρήσεων, συνειδητοποίησε πώς το Brexit εξακολουθεί να παραλύει την οικονομία, ιδίως μέσω εμπορικών φραγμών, αυξημένων συνοριακών δαπανών και μειωμένης παραγωγικότητας σε σύγκριση με την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εξίσου ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι η φήμη του Λονδίνου ως κορυφαίο παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κέντρο τίθεται όλο και περισσότερο υπό αμφισβήτηση, καθώς αγωνίζεται να ανταγωνιστεί πόλεις όπως τη Νέα Υόρκη, το Χονγκ Κονγκ και τη Φρανκφούρτη.
Σύμφωνα με στοιχεία της Dealogic, η συγκέντρωση κεφαλαίων από ΙΡΟ στο Λονδίνο έχει πέσει στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 τουλάχιστον ετών, σε ένδειξη ότι οι αγορές μετοχών του Ηνωμένου Βασιλείου χάνουν την ελκυστικότητά τους.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Άντριου Μπέιλι, ανέφερε στην αναλυτή του CNBC ότι η επιχειρηματική αβεβαιότητα στη χώρα παραμένει πολύ υψηλή.
Ένα άλλο «καυτό» θέμα στο Λονδίνο τους τελευταίους μήνες είναι οι αλλαγές στους λεγόμενους φορολογικούς κανόνες για τους πλούσιους αλλοδαπούς.
Η αγορά ακινήτων του Λονδίνου έχει επηρεαστεί ιδιαίτερα από την αβεβαιότητα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα ακινήτων RightMove, η οποία ανέφερε τη σύγχυση γύρω από τους κανόνες ως έναν από τους λόγους για τη μείωση της ζήτησης από αγοραστές — τόσο εγχώριους όσο και ξένους — στην αγορά κατοικιών της πρωτεύουσας, καθώς οι τιμές των ακινήτων πέφτουν.
Παρά τις προκλήσεις και τις αναποδιές, οι ηγέτες του επιχειρηματικού κόσμου της είπαν ότι υπάρχει ακόμα ελπίδα και ευκαιρίες για το Λονδίνο.
Παρόλο που υπάρχουν πληθωριστικοί κίνδυνοι, η Τράπεζα της Αγγλίας μείωσε τα επιτόκια. Η επιτροπή νομισματικής πολιτικής της τράπεζας ανέφερε την πρόοδο στον αποπληθωρισμό των υποκείμενων εγχώριων τιμών τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς ο βασικός δείκτης τιμών καταναλωτή και ο πληθωρισμός των υπηρεσιών παραμένουν σταθεροί, ενώ τόνισε τη μείωση της αύξησης των μισθών.
Τα χαμηλότερα επιτόκια θα μπορούσαν να συμβάλουν στην τόνωση της κατανάλωσης και των επενδύσεων, καθώς και στην επανεκκίνηση της αγοράς ακινήτων. Τα πιο προσιτά στεγαστικά δάνεια ενδέχεται τελικά να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη ισορροπία μεταξύ αγοραστών και πωλητών κατά το β’ εξάμηνο του έτους.
Όσον αφορά το Brexit, οι επιχειρηματικές επενδύσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο σταμάτησαν μετά το δημοψήφισμα για την έξοδο από την ΕΕ το 2016. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια σημάδια ανάκαμψης, με έμφαση σε συγκεκριμένους τομείς όπως η τεχνολογία και τα φαρμακευτικά προϊόντα. Το Ηνωμένο Βασίλειο αναζητά νέες εμπορικές συμφωνίες εκτός της ΕΕ, μεταξύ άλλων με την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και την Ινδία και, φυσικά, τις ΗΠΑ.
Στην πραγματικότητα, η εμπορική συμφωνία της Βρετανίας με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ — αν και χειρότερη από ό,τι κατά την πρώτη θητεία του — εξακολουθεί να είναι καλύτερη από τη συμφωνία της ΕΕ με τις ΗΠΑ.
Η Lubbock Fine, εταιρεία ορκωτών λογιστών και επιχειρηματικών συμβούλων με έδρα το Λονδίνο, σημείωσε ότι το σημαντικό πλεονέκτημα του Ηνωμένου Βασιλείου σε ό,τι αφορά τους δασμούς θα μπορούσε να ωφελήσει τη χώρα ως κέντρο παραγωγής για εταιρείες της ΕΕ, οι οποίες θα μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ωστόσο, όσον αφορά την αποκατάσταση της φήμης του Λονδίνου ως κέντρου χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν.
Σε πρόσφατη συνομιλία της με τον Άντονι Τζένκινς, πρώην CEO της Barclays, ο ίδιος τόνισε την ανάγκη να διευκολυνθεί η πρόσβαση των νεοφυών επιχειρήσεων σε κεφάλαια και να ελαχιστοποιηθεί το κόστος άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Ο Τζένκινς εξέφρασε θετική στάση απέναντι στις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιούνται για την ενθάρρυνση των επενδύσεων στον ιδιωτικό τομέα και εκδήλωσε ενδιαφέρον για την ανακατεύθυνση των φορολογικών ελαφρύνσεων για την έρευνα και ανάπτυξη προς επιχειρήσεις με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Ωστόσο, τελικά, ο Τζένκινς υποστηρίζει ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στις αναπτυξιακές πολιτικές, προκειμένου να αυξηθεί το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και να προσελκυστούν επιχειρηματικά ταλέντα.
Πηγή: newmoney.gr