Oι αυξήσεις των φόρων και η ραγδαία αύξηση του χρέους ενδέχεται να αποτελέσουν τη νέα πραγματικότητα της Γερμανίας, καθώς οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ αναμένεται να αντιμετωπίσουν σύντομα τις επιπτώσεις του υψηλότερου στόχου για τις αμυντικές δαπάνες.
Το 2024, η χώρα δαπάνησε περίπου το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα, ποσό που ανήλθε σε πάνω από 90 δισεκατομμύρια ευρώ σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΝΑΤΟ. Αν και οι δαπάνες αυτές είναι σύμφωνες με τον υφιστάμενο στόχο του ΝΑΤΟ, δε φτάνουν το στόχο του 5%.
Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, τα κράτη-μέλη θα πρέπει να διαθέτουν το 3,5% του ΑΕΠ για κλασικές αμυντικές δαπάνες και το 1,5% για ευρύτερα συναφή θέματα, όπως υποδομές και κυβερνοασφάλεια.
Η πρωτοβουλία των ΗΠΑ για αύξηση των αμυντικών δαπανών έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, με ορισμένα μέλη του ΝΑΤΟ να δηλώνουν ότι θα δυσκολευτούν να διαθέσουν περισσότερα κονδύλια για τέτοιες δαπάνες, ενώ άλλα μέλη την υποστηρίζουν. Αν και η Γερμανία έχει δηλώσει ότι υποστηρίζει την πρόταση του Τραμπ, παραμένουν αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον ο στόχος του 5% είναι πραγματικά εφικτός για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης.
Η αύξηση των δαπανών από 2% του ΑΕΠ σε 5% θα σήμαινε ότι η Γερμανία θα δαπανούσε επιπλέον δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ για την άμυνα κάθε χρόνο, με τον καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς να δηλώνει νωρίτερα φέτος ότι το 1% του ΑΕΠ της χώρας θα αντιστοιχούσε σε περίπου 45 δισεκατομμύρια ευρώ.
Αυτές οι πρόσθετες δαπάνες θα πρέπει πιθανώς να χρηματοδοτηθούν με δάνεια, δήλωσε ο Χουμπέρτους Μπαρντ, διευθύνων σύμβουλος του ινστιτούτου IW Koeln, στο CNBC.
«Παρά ταύτα, μια τέτοια αύξηση θα οδηγήσει σε σημαντικές συγκρούσεις όσον αφορά τον προϋπολογισμό της χώρας», δήλωσε. Προσέθεσε ότι, εκτός από τα δάνεια, η κυβέρνηση του Βερολίνου θα πρέπει πιθανώς να διεξαγάγει συζητήσεις για την εφαρμογή περικοπών χρηματοδότησης σε άλλους τομείς, καθώς και για αυξήσεις φόρων.
Η Έμιλι Χόσλινγκερ, ερευνητής στο ifo institute, επεσήμανε εν τω μεταξύ την πρόσφατη δημοσιονομική στροφή της Γερμανίας. Οι νέοι κανόνες σημαίνουν ότι οι αμυντικές δαπάνες που υπερβαίνουν ένα ορισμένο όριο εξαιρούνται από το λεγόμενο «φρένο χρέους» της χώρας, το οποίο περιορίζει το ύψος του χρέους που μπορεί να αναλάβει η κυβέρνηση και καθορίζει το μέγεθος του διαρθρωτικού δημοσιονομικού ελλείμματος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Η Γερμανία ενέκρινε επίσης ένα ειδικό ταμείο υποδομών ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ένα άλλο πιθανό ζήτημα που έχουν επισημάνει οι αναλυτές σχετικά με την αύξηση των αμυντικών δαπανών είναι οι δημοσιονομικοί κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι θα μπορούσαν να εμποδίσουν τα μέλη της Ένωσης να επωμιστούν περισσότερο χρέος.
Ωστόσο, οι κανόνες μπορούν να ανασταλούν προσωρινά σε εξαιρετικές περιπτώσεις και ορισμένες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Γερμανία, έχουν ζητήσει τέτοια αναστολή για λόγους άμυνας και ασφάλειας.
Η Γερμανία θα μπορούσε «εύκολα» να εφαρμόσει τον στόχο του 5% του ΑΕΠ για την άμυνα βραχυπρόθεσμα, αλλά θα αντιμετώπιζε δυσκολίες μακροπρόθεσμα, σύμφωνα με τον Γενς Μπόισεν-Χογκρέφε, ανώτερο οικονομολόγο στο Kiel Institute for the World Economy.
Παρ’ όλα αυτά, «θα είναι δύσκολο να υλοποιηθούν τέτοιες δαπάνες σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ακόμη και ο στόχος του 3,5% είναι απίθανος για το 2026 και για το 2027», προσέθεσε.
Πηγή: newmoney.gr
Διαβάστε επίσης: Booking.com: Ολλανδικές οργανώσεις καταναλωτών στρέφονται εναντίον της νομικά